- ἐπιφανεστάτου
- ἐπιφανήςcoming to lightmasc/neut gen superl sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αλκίς — Κόρη του Θηβαίου Αντίποινου, που δέχτηκε να θυσιαστεί με την αδελφή της Ανδρόκλεια στη θέση του πατέρα της, όταν ένας χρησμός είπε πως η νίκη εναντίον των Ορχομενίων εξασφαλιζόταν με τη θυσία ενός επιφανέστατου Θηβαίου … Dictionary of Greek